Τὸ 1958 ἡ κυρία Βασιλικὴ Μαλισσόβα ἀπὸ τὴ Μενδενίτσα διηγήθηκε σὲ μιὰ Μοναχὴ τὴν παρακάτω μαρτυρία τῆς γιαγιᾶς της: «Ἡ περιοχὴ ζοῦσε τὶς μεγάλες στιγμὲς τῆς Ἐπανάστασης.
Ἡ γιαγιά μου ἦταν δεκάχρονο κοριτσάκι καὶ εἶχε καταφύγει μαζὶ μὲ τοὺς γονεῖς της καὶ ἄλλους συγχωριανούς, ποὺ φοβόντουσαν τοὺς Τούρκους, στὸ μοναστήρι τῆς Δαμάστας.
Μιὰ μέρα οἱ Τουρκαλβανοὶ ἀνέβηκαν στὸ μοναστήρι γιὰ νὰ ἐκδικηθοῦν τὸν ἄμαχο πληθυσμὸ ποὺ βοηθοῦσε τοὺς ἀγωνιστές.Ὅταν οἱ συγκεντρωθέντες Ἕλληνες εἶδαν τὰ στρατεύματα τοῦ Ὁμὲρ Βρυώνη νὰ πλησιάζουν, ἐγκατέλειψαν τὸ μοναστήρι καὶ ζήτησαν καταφύγιο στὶς ἀπόκρημνες περιοχὲς τοῦ Καλλιδρόμου.
Ὁ καθένας ἔπαιρνε καὶ ἕνα σκεῦος ἀπὸ τὰ πιὸ χρήσιμα καὶ προπαντὸς ἀπὸ τὰ ἱερὰ σκεύη τοῦ Καθολικοῦ. Κάποιος πῆρε τὸ Ἅγιο Ποτήριο γιὰ νὰ τὸ διασώσει ἀπὸ τὴ βεβήλωση, ἀλλὰ πάνω στὴ μεγάλη σύγχυση τὸ σκεῦος ξεχάστηκε στὸν πρόναο τοῦ Καθολικοῦ.
Ὅταν κρύφτηκαν ψηλὰ στὸ Καλλίδρομο, θυμήθηκαν τὸ ξεχασμένο Ἅγιο Ποτήριο. Οἱ Τοῦρκοι ὅμως ἦταν ἤδη στὸ μοναστήρι.
Μιὰ μικρὴ τότε φώναξε: «Παναγιά μου Δαμάστα, ἐγὼ θὰ πάω νὰ πάρω τὸ Ἅγιο Ποτήριο. Ἐσύ, σὲ παρακαλῶ, κρύψε με ἀπὸ τὰ μάτια τῶν Τούρκων».
Ἡ μικρὴ κατέβηκε στὸ μοναστήρι καὶ σὰν νὰ ἦταν ἀόρατη πέρασε μπροστὰ ἀπὸ τοὺς Τούρκους, πῆρε τὸ Ἅγιο Ποτήριο καὶ ἀνενόχλητη ἀνέβηκε στὸ βουνό.
Ἡ Παναγία εἶχε κάνει τὸ θαῦμα της καὶ τὸ Ἅγιο Ποτήριο διασώθηκε ἀπὸ σίγουρη βεβήλωση τῶν Τούρκων».
Τὰ θαύματα τῆς εἰκόνας τῆς Παναγίας Δαμάστας
πηγη: Ἱερὰ Μονὴ Δαμάστας,