Αγωνίσου λοιπόν να φυλάξεις αυτόν τον νου σου αχρωμάτιστο, ασχημάτιστο, άμορφο και καθαρό, καθώς τον έπλασε ο Θεός.
Αυτό βέβαια με άλλο τρόπο δεν γίνεται, παρά αν τον επιστρέφεις και τον συμαζεύεις μέσα στον στενό τόπο της καρδιάς σου και όλου του εσωτερικού άνθρωπου· και εκεί μέσα να τον συνηθίζεις να βρίσκεται, πότε μεν προσευχόμενος με πένθος, με τον ενδιάθετο λόγο της καρδιάς, και λέγοντας.
«Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού, ελέησόν με»· και να προσέχει μόνο τα λόγια της ευχής αυτής, (όπως σχετικά με αυτό σου λέω στο κς΄ κεφάλαιο), άλλοτε παρατηρώντας τον ίδιο σου τον εαυτό, μάλλον δε διά μέσου του εαυτού σου νοώντας τόν Θεό και αναπαυόμενος· αυτή η θεωρία η οποία λέγεται κυκλική και απλανής.
Γιατί, όπως το φίδι, όταν θέλει να βγάλει το παλιό του δέρμα, πηγαίνει και περνάει από στενό τόπο, όπως λένε οι φυσιολόγοι, έτσι και ο νους, μέσα απο τον στενό τόπο της καρδιάς και της Νοεράς Προσευχής που βρίσκεται μέσα στην καρδιά, αφού διυλίζεται, βγάζει το φόρεμα της φαντασίας των αισθητών και κακών προλήψεων και γίνεται καθαρός, λαμπρός και κατάλληλος στην ένωση του Θεού για την ομοιότητα που παίρνει με αυτόν.
Και πάλι, καθώς το νερό, όσο ενώνεται και στριμώχνεται μέσα απο τους στενούς σωλήνες, τόσο λεπταίνει και δυναμώνεται και ανεβαίνει σε ύψος· έτσι και ο νους, όσο ασχολείται με τη στενή μελέτη της καρδιάς, και τη δική του θεωρία, τόσο λεπταίνει, τόσο δυνατώτερος γίνεται και ψηλότερος από κάθε πάθος και επίθεση λογισμών και από κάθε σχήμα και είδος, όχι μόνον των αισθητών, αλλά και των νοητών, με το να μένουν όλα αυτά έξω, και εκεί μέσα δεν μπορούν να μπουν. Εάν δε καμμιά φορά σκορπίσει ο νους σου στα εξωτερικά αισθητά, και στις φαντασίες του κόσμου, ξαναγύρισέ τον μέσα στον θάλαμο της καρδιάς, έως ότου να συνηθίσει.
Γι αυτό λέει ο μέγας Βασίλειος, όταν ο νους δεν σκορπίζεται στα εξωτερικά πράγματα, ούτε διαχέεται στο κόσμο από τίς αισθήσεις, γυρίζει στον εαυτό του και μέσα απο τον εαυτό του ανεβαίνει στην έννοια του Θεού· «Νοῦς μή σκεδαννύμενος ἐπί τά ἔξω, μηδέ ὑπό τῶν αἰσθητηρίων ἐπί τόν κόσμον διαχεόμενος, ἐπάνεισι μέν πρός ἑαυτόν· δι’ ἑαυτοῦ δέ πρός τήν περί Θεοῦ ἔννοιαν ἀναβαίνει·» (επιστολ. α‘).
Γιατί, τρείς είναι οι κινήσεις της ψυχής, κατά τον Αρεοπαγίτη Διονύσιο·
α΄ μεν η κυκλική, η οποία γίνεται όταν η ψυχή γυρίζει από τα πολλά και εξωτερικά πράγματα, πρώτα συμμαζεύεται στον εαυτό της, έπειτα ενώνεται με τις ενιαίες και αγγελικές δυνάμεις, και έτσι ενώνεται με τον άναρχο (χωρίς αρχή) και ατελεύτητο (χωρίς τέλος) αγαθό, δηλαδή τον Θεό.
β΄ η ελικοειδής, η οποία γίνεται, όταν η ψυχή κινείται και παίρνει τις θείες γνώσεις, όχι τελείως νοερά και ενιαία και αμετάβατα, αλλά μεταβατικά και μέσω συλλογισμού, από το ένα νόημα σε άλλο φερόμενη, με ενέργειες, κατά κάποιο τρόπο ανακατεμένες από την κυκλική κίνηση και από την ευθεία.
Ευθεία δε κίνηση είναι, όταν η ψυχή βγαίνει στη θεωρία των γύρω απο αυτήν αισθητών πραγμάτων, και από τα από έξω και αισθητά, σαν από κάποιες εικόνες διάφορες και πολλές, ανεβαίνει στις απλές και ενιαίες θεωρίες. (Περί θείων ονομάτων, κεφ. δ‘).
Λέγεται κυκλική η ανωτέρα και πρώτη κυρία κίνηση της ψυχής, γιατί, καθώς, παραδείγματος χάρι, όταν οι δύο ακρες μιάς βέργας ενωθούν, γίνεται στεφάνι και κύκλος, έτσι και όταν η νοερά και γνωστική δύναμις και ενέργεια της ψυχής, η οποία βρίσκεται εξαίρετα στον εγκέφαλο, ως σωματικό όργανο, ενωθεί με την νοερή ουσία της ψυχής που βρίσκεται στο κέντρο της καρδιάς και το εκεί καθαρώτατο ζωτικό πνεύμα, όπως σε ένα σωματικό όργανο, κατά το Ευαγγέλιο και τους νηπτικούς Πατέρες (δες στη σελ. 95 της Φιλοκαλίας)· από την ένωση και επιστροφή των δύο αυτών, κάποιος κύκλος γίνεται και μέ τον κύκλο αυτόν ενώνεται ο νους με την θεία χάρη, η οποία βρίσκεται στο μέσο της καρδιάς.
Για να αναφέρω κάποιο καλύτερο παράδειγμα· όπως οι ακτίνες του ηλίου, όσο απομακρύνονται από το κέντρο και το μέσον του γυαλιού, που ανάβει την ίσκα (προσάναμμα), τόσο ασθενέστερες, αραιότερες και σκοτεινότερες γίνονται, όσο δε συμμαζεύονται στο κέντρο, τόσο δυνατώτερες, πυκνότερες και λαμπρότερες γίνονται, κατά αυτό τον τρόπο και ο νους και οι γνωστικές δυνάμεις της ψυχής, όσο μαζεύονται στο κέντρο της καρδιάς, τόσο δυνατώτερες και λαμπρότερες γίνονται.
Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης – ΑΟΡΑΤΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ
«Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού, ελέησόν με»· και να προσέχει μόνο τα λόγια της ευχής αυτής, (όπως σχετικά με αυτό σου λέω στο κς΄ κεφάλαιο), άλλοτε παρατηρώντας τον ίδιο σου τον εαυτό, μάλλον δε διά μέσου του εαυτού σου νοώντας τόν Θεό και αναπαυόμενος· αυτή η θεωρία η οποία λέγεται κυκλική και απλανής.
Γιατί, όπως το φίδι, όταν θέλει να βγάλει το παλιό του δέρμα, πηγαίνει και περνάει από στενό τόπο, όπως λένε οι φυσιολόγοι, έτσι και ο νους, μέσα απο τον στενό τόπο της καρδιάς και της Νοεράς Προσευχής που βρίσκεται μέσα στην καρδιά, αφού διυλίζεται, βγάζει το φόρεμα της φαντασίας των αισθητών και κακών προλήψεων και γίνεται καθαρός, λαμπρός και κατάλληλος στην ένωση του Θεού για την ομοιότητα που παίρνει με αυτόν.
Και πάλι, καθώς το νερό, όσο ενώνεται και στριμώχνεται μέσα απο τους στενούς σωλήνες, τόσο λεπταίνει και δυναμώνεται και ανεβαίνει σε ύψος· έτσι και ο νους, όσο ασχολείται με τη στενή μελέτη της καρδιάς, και τη δική του θεωρία, τόσο λεπταίνει, τόσο δυνατώτερος γίνεται και ψηλότερος από κάθε πάθος και επίθεση λογισμών και από κάθε σχήμα και είδος, όχι μόνον των αισθητών, αλλά και των νοητών, με το να μένουν όλα αυτά έξω, και εκεί μέσα δεν μπορούν να μπουν. Εάν δε καμμιά φορά σκορπίσει ο νους σου στα εξωτερικά αισθητά, και στις φαντασίες του κόσμου, ξαναγύρισέ τον μέσα στον θάλαμο της καρδιάς, έως ότου να συνηθίσει.
Γι αυτό λέει ο μέγας Βασίλειος, όταν ο νους δεν σκορπίζεται στα εξωτερικά πράγματα, ούτε διαχέεται στο κόσμο από τίς αισθήσεις, γυρίζει στον εαυτό του και μέσα απο τον εαυτό του ανεβαίνει στην έννοια του Θεού· «Νοῦς μή σκεδαννύμενος ἐπί τά ἔξω, μηδέ ὑπό τῶν αἰσθητηρίων ἐπί τόν κόσμον διαχεόμενος, ἐπάνεισι μέν πρός ἑαυτόν· δι’ ἑαυτοῦ δέ πρός τήν περί Θεοῦ ἔννοιαν ἀναβαίνει·» (επιστολ. α‘).
Γιατί, τρείς είναι οι κινήσεις της ψυχής, κατά τον Αρεοπαγίτη Διονύσιο·
α΄ μεν η κυκλική, η οποία γίνεται όταν η ψυχή γυρίζει από τα πολλά και εξωτερικά πράγματα, πρώτα συμμαζεύεται στον εαυτό της, έπειτα ενώνεται με τις ενιαίες και αγγελικές δυνάμεις, και έτσι ενώνεται με τον άναρχο (χωρίς αρχή) και ατελεύτητο (χωρίς τέλος) αγαθό, δηλαδή τον Θεό.
β΄ η ελικοειδής, η οποία γίνεται, όταν η ψυχή κινείται και παίρνει τις θείες γνώσεις, όχι τελείως νοερά και ενιαία και αμετάβατα, αλλά μεταβατικά και μέσω συλλογισμού, από το ένα νόημα σε άλλο φερόμενη, με ενέργειες, κατά κάποιο τρόπο ανακατεμένες από την κυκλική κίνηση και από την ευθεία.
Ευθεία δε κίνηση είναι, όταν η ψυχή βγαίνει στη θεωρία των γύρω απο αυτήν αισθητών πραγμάτων, και από τα από έξω και αισθητά, σαν από κάποιες εικόνες διάφορες και πολλές, ανεβαίνει στις απλές και ενιαίες θεωρίες. (Περί θείων ονομάτων, κεφ. δ‘).
Λέγεται κυκλική η ανωτέρα και πρώτη κυρία κίνηση της ψυχής, γιατί, καθώς, παραδείγματος χάρι, όταν οι δύο ακρες μιάς βέργας ενωθούν, γίνεται στεφάνι και κύκλος, έτσι και όταν η νοερά και γνωστική δύναμις και ενέργεια της ψυχής, η οποία βρίσκεται εξαίρετα στον εγκέφαλο, ως σωματικό όργανο, ενωθεί με την νοερή ουσία της ψυχής που βρίσκεται στο κέντρο της καρδιάς και το εκεί καθαρώτατο ζωτικό πνεύμα, όπως σε ένα σωματικό όργανο, κατά το Ευαγγέλιο και τους νηπτικούς Πατέρες (δες στη σελ. 95 της Φιλοκαλίας)· από την ένωση και επιστροφή των δύο αυτών, κάποιος κύκλος γίνεται και μέ τον κύκλο αυτόν ενώνεται ο νους με την θεία χάρη, η οποία βρίσκεται στο μέσο της καρδιάς.
Για να αναφέρω κάποιο καλύτερο παράδειγμα· όπως οι ακτίνες του ηλίου, όσο απομακρύνονται από το κέντρο και το μέσον του γυαλιού, που ανάβει την ίσκα (προσάναμμα), τόσο ασθενέστερες, αραιότερες και σκοτεινότερες γίνονται, όσο δε συμμαζεύονται στο κέντρο, τόσο δυνατώτερες, πυκνότερες και λαμπρότερες γίνονται, κατά αυτό τον τρόπο και ο νους και οι γνωστικές δυνάμεις της ψυχής, όσο μαζεύονται στο κέντρο της καρδιάς, τόσο δυνατώτερες και λαμπρότερες γίνονται.
Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης – ΑΟΡΑΤΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ