Συνέντευξη Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεόφυτου, στην εφ. Ορθόδοξη Αλήθεια για τον Γέροντά του, άγιο Ιάκωβο Τσαλίκη.
Ένας από τους ανθρώπους που έζησε από πολύ κοντά τον Άγιο Ιάκωβο και η γνωριμία του με αυτόν υπήρξε καθοριστική για την πορεία της ζωής του, είναι και ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος.
Γεννημένος το 1962 στην κατεχόμενη σήμερα Πάνω Ζώδια της επαρχίας Μόρφου, ζώντας στο χωριό του, όπως ο ίδιος λέει χαρακτηριστικά, «ως εμπειρία παραδείσου, κοντά σε ανθρώπους απλούς και συνετούς, διότι ο άνθρωπος είναι ο τόπος και ο τόπος έρημος», επρόκειτο από την παιδική του ήδη ηλικία να βιώσει το δράμα της ορφάνιας, του πολέμου και της προσφυγιάς, στα πέτρινα χρόνια του Κυπριακού Ελληνισμού, που ακολούθησαν την τουρκική εισβολή του 1974.
Γνώρισε τον Άγιο Ιάκωβο το 1982, όταν ακόμα ήταν φοιτητής της Νομικής Σχολής στην Αθήνα και η γνωριμία του αυτή υπήρξε σταθμός στη ζωή του, καθώς στο πρόσωπο του Αγίου Γέροντά του, επρόκειτο να βιώσει την πατρότητα που είχε στερηθεί από μικρός.
Ο Πανιερώτατος δέχθηκε να μιλήσει στην Ορθόδοξη Αλήθεια για τον Θεοφόρο Γέροντα, στην συνέντευξη που ακολουθεί. Με ύφος γλαφυρό και πηγαίο και με τον άριστο χειρισμό της ελληνικής γλώσσας (που πλέον οι Έλληνες της Κύπρου κυρίως, μπορούν να χειρίζονται τόσο καλά), μας κατέθεσε την προσωπική του εμπειρία για τον Άγιο Ιάκωβο, όπως τον γνώρισε και τον έζησε.
Πανιερώτατε, την ευχή σας. Ευχαριστούμε που ανταποκριθήκατε στην παράκληση της Ορθόδοξης Αλήθειας να μας μιλήσετε για τον μεγάλο Άγιο των ημερών μας, τον Γέροντα Ιάκωβο, τον οποίον γνωρίσατε, ζήσατε κοντά του για πολλά χρόνια και η παρουσία του υπήρξε καθοριστική για τη ζωή σας.
Θα θέλαμε αρχικά να σας ρωτήσουμε πότε και υπό ποιες συνθήκες γνωρίσατε για πρώτη φορά τον Άγιο Ιάκωβο;
Τον όσιο Ιάκωβο τον γνώρισα το Πάσχα του 1982, μετά από προτροπή του οσίου Πορφυρίου τον οποίον επισκέφτηκα αρχές της δεκαετίας του 1980, όταν ήμουν φοιτητής της Νομικής στην Αθήνα, με την ελπίδα ότι θα έλυνα το ζήτημα του πνευματικού που τόσο επειγόμουν να βρω.
Οπόταν, κατά τη διάρκεια της συνομιλίας μου με τον Όσιο, όταν του εξέθεσα αυτό που ζητούσα μου λέει: «Υπάρχει ένας πνευματικός στην Εύβοια, ο γέροντας Ιάκωβος, ο οποίος έχει μεγάλη ευγένεια. Είναι ο πιο ταπεινός απ’ όλους, κι αυτός σου ταιριάζει».
Ποια ήταν η πρώτη εντύπωση που αποκομίσατε από τον Γέροντα;
Αισθάνθηκα ότι είναι άγιος… από την πρώτη στιγμή. Ήδη από την ώρα που εισήλθε στον ναό, ήταν κάτι άλλο. Ο τρόπος που περπατούσε, σαν να μην είχε βαρύτητα, σαν να είχε μια κίνηση προς τα άνω. Μετά, ο τρόπος που ιερουργούσε:
Σαν να μην ήταν μόνος, σαν να υπήρχε αόρατο πλήθος αγίων και αγγέλων μέσα στην εκκλησία. Επίσης ο τρόπος που ήταν γονυπετής κατά την ώρα της προσευχής μέσα στη Θεία Λειτουργία. Ακόμα και το Χερουβικό, το έψαλλε γονυπετής.
Μετά, στην Εξομολόγηση, μου αποκάλυψε γεγονότα και συμβάντα από τη ζωή μου, από την ημέρα που γεννήθηκα τα οποία δεν γνώριζα. Μου είχε πει για το όνομά μου, ότι είχε γίνει κάποιο λάθος από τη γιαγιά μου. Μου αποκάλυψε το σημερινό μου όνομα, όταν μερικές φορές με απεκάλεσε Νεόφυτο1, προσποιούμενος ότι έκανε λάθος!
Οπόταν άρχισα να αντιλαμβάνομαι ότι ενώπιον μου είχα έναν άνθρωπο στον οποίον υπήρχαν έκδηλα τα σημεία της χάριτος. Επίσης, κάτι που δεν το έχω πει ποτέ, είναι ότι το κλίμα που επικρατούσε στη μονή ήταν πολύ άνετο. Τότε ήταν τρεις Πατέρες όλοι και όλοι: ο Γέρων Ιάκωβος, ο ιερομόναχος πατήρ Κύριλλος2 και ο μοναχός πατήρ Σεραφείμ.
Βέβαια να πω ότι το συγκεκριμένο κλίμα που μου έκανε εντύπωση ήταν αυτό πού καθιέρωσε ο Γέρων Ιάκωβος, και δεν ήταν άλλο από ένα οικογενειακό κλίμα.
Δεν ήταν όπως των μοναστηριών του Αγίου Όρους ή άλλων μοναστηριών που πηγαίναμε, όπου ένιωθες ότι υπήρχε κλίμα ιεραρχίας. Στη μονή του Οσίου Δαβίδ υπήρχε κλίμα έντονης φιλοξενίας, κάτι που άρεσε ιδιαίτερα σε μας τους Κυπρίους φοιτητές. Ήταν κάτι που μας θύμιζε τα δικά μας μοναστήρια… Δεν ήταν λοιπόν μόνον η παρουσία του Γέροντα, αλλά και των άλλων δύο Πατέρων που δημιουργούσε αυτό το φιλόξενο οικογενειακό κλίμα.
Πώς ήταν ως πνευματικός;
Απέναντι σε μένα ήταν πολύ επιεικής. Επειδή είχα και εξομολόγο στην Αθήνα την ίδια εποχή, τον Γέροντα Ευμένιο Σαριδάκη, ο οποίος ήταν αυστηρός. Εν αντιθέσει, ο Ιάκωβος ήτανε πατρικός… ήταν πατέρας, ένας πολύ επιεικής πατέρας, που κατανοούσε την τότε νεότητά μας, την οποία φιλτράραμε μέσα από τη φοιτητική μας ζωή. Ήταν άνθρωπος μεγάλης αγάπης.
Αλλά το μεγαλύτερό του χάρισμα ήταν όπως προείπα αυτό της πνευματικής πατρότητας. Φρόντιζε να σου αποκαλύπτει διάφορα που σε αφορούσαν, είτε του παρελθόντος είτε του παρόντος είτε του μέλλοντος, για να σε κάνει πιο ταπεινό, για να σε κάνει υπεύθυνο απέναντι στον εαυτό σου, απέναντι στον Θεό. Έτσι χειριζόταν τα πράγματα. Αυτό που μας εξέπεμπε ήταν σαν να μας έλεγε, «κοίταξε, είμαι πατέρας σου. Ανάλαβε κι εσύ κάποιες ευθύνες απέναντι σ’ αυτή την αγάπη.» Κάπως έτσι.
Γνωρίζουμε ότι, μολονότι ήταν ολιγογράμματος, με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος ήταν μύστης και γνώστης υψηλής θεολογίας, αν και έκρυβε επιμελώς τα χαρίσματα του αυτά, για να μη δοξαστεί από τους ανθρώπους. Μιλήστε μας λίγο γι’ αυτό.
Αυτό για μας είναι κάτι το φυσικό, δεν είναι κάτι το θαυμαστό. Είναι η ζώσα εμπειρική θεολογία των Αγίων, του αγίου Αντωνίου, του αγίου Σάββα, του αγίου Ιακώβου, του αγίου Πορφυρίου. Η θεολογία δεν είναι αποτέλεσμα βιβλίων, ούτε σπουδών σε ακαδημαϊκά συστήματα και πανεπιστήμια. Εξάλλου και το ίδιο το Ευαγγέλιο είναι γραμμένο από ανθρώπους που δεν χαρακτηρίζονται για τη μεγάλη τους παιδεία. Το Ευαγγέλιο είναι αποτέλεσμα εμπειρίας, δηλαδή πρώτα ἀκηκόαμεν καὶ ἑωράκαμεν και μετά κατεγράψαμε λεν οι Ευαγγελιστές, κι αυτό συμβαίνει και σε κάθε άγιο. Δεν συμβαίνει μόνο με τον άγιο Ιάκωβο, αλλά κάθε άγιος της Εκκλησίας μας μπορεί να θεολογεί, επειδή ζει εμπειρικά ένα θεολογικό γεγονός. Και όπως λέει ο άγιος Σιλουανός, οι τέλειοι δεν ομιλούν, παρά μόνον εάν ξέρουν και αν ερωτηθούν.
Επιπλέον αυτός που επιβεβαιώνει αυτό που με ρωτάτε, είναι ο μεγάλος πατρολόγος και βιογράφος του οσίου Ιακώβου, ο μακαριστός Στυλιανός Παπαδόπουλος, ο οποίος, κατά την άποψή μου, έχει γράψει την καλύτερη Πατρολογία στον 20ό αιώνα. Ήταν καθηγητής μου και μάλιστα συνέπεσε η επίσκεψή του να γίνει ένα Πάσχα που ήμουν και εγώ στο Μοναστήρι.
Τον θυμάμαι που έβαζε στον Γέροντα δύσκολες ερωτήσεις γύρω από θεολογικά θέματα της Εκκλησίας, και ο Γέροντας τα απαντούσε και προσωπικά δεν εκπληττόμουν, γιατί ένας άνθρωπος που είχε όραση των Αγγέλων, που μιλούσε με τους Αγίους –και όχι μόνο με τον όσιο Δαυΐδ, αλλά και με πολλούς άλλους Αγίους- δεν θα μπορούσε να θεολογήσει;
Μιλήστε μας λίγο για την διάκριση και την ευγένειά του.
Η ευγένειά του ήταν φυσική! Ήταν επακόλουθο της αγιωτικής του κληρονομικότητας, και εδώ θα ήθελα να τονίσω ότι πολλοί άνθρωποι δεν αντιλαμβάνονται πόσο σημαντικό είναι για την πνευματική μας πορεία, για τη μετάνοια και την προσευχή μας η κληρονομικότητά μας, πόσο μάλλον ενός Αγίου. Οι πρόγονοί του ήταν αγιασμένοι, ιδιαιτέρως από την πλευρά της μάνας του.
Και φαίνεται ότι είχαν έφεση, ας πούμε, στην αρχοντιά και στην εκκλησιαστική ζωή. Ο τρόπος που περπατούσε, όπως σας τον περιέγραψα, ο τρόπος που μιλούσε, δεν προσέβαλε κανένα… αν ήθελε να σε αφυπνίσει λίγο, έκανε μόνο μια πολύ ελαφρά ειρωνεία και αντιλαμβανόσουν ότι απέναντί σου έχεις έναν άρχοντα, κάτι το οποίο ήταν παράδοξο για τα ελλαδικά δεδομένα. Πήγα στο Άγιον Όρος και αυτήν την αρχοντιά δεν τη βρήκα σε πολλούς.
Ό όσιος Ιάκωβος, θα έλεγα σκιαγραφώντας το πρόσωπό του, συνδύαζε την ασκητικότητα του οσίου Παϊσίου με τη μητρότητα (και ξέρω τι σου λέω) του οσίου Πορφυρίου. Τα χαρίσματα αυτά των δύο μεγάλων Αγίων, τα έβλεπες ενωμένα σε έναν άνθρωπο, συν την αρχοντιά που περιέγραψα προηγουμένως. Ο τρόπος επικοινωνίας του οσίου Ιακώβου ήταν τελείως διαφορετικός και από του Παϊσίου και από του Πορφυρίου. Ο όσιος Πορφύριος μιλούσε σαν να ήταν μητέρα και ο όσιος Παΐσιος σαν να ήταν στρατηγός.
Ο δε όσιος Ιάκωβος ήταν ο κατ’ εξοχήν πατέρας. Ο τρόπος του είχε μία αρρενωπότητα, όπου ήθελε να σιωπήσει, ήξερε να σιωπήσει, όπου ήθελε να είναι «πολυλογάς» γινόταν επίτηδες πολυλογάς και ήταν έντονα αφηγηματικός. Δηλαδή μέσα από παραδείγματα σου απαντούσε σε όποιες ερωτήσεις είχε μέσα σου, πριν ακόμα τις υποβάλλεις. Ανατολικός τύπος…
Τι θεωρείτε ότι σας έμεινε από τον Άγιο ως τελευταία «υποθήκη ζωής»;
Δεν μου είναι δύσκολο να απαντήσω, γιατί σε μένα προσωπικά, μου το είπε κιόλας. Όταν πήγα για τελευταία φορά και τον είδα ήταν στο Γενικό Κρατικό ήταν μήνας Σεπτέμβριος, δύο μήνες πριν κοιμηθεί. Ο Γέροντας κοιμήθηκε τον Νοέμβριο. Σπούδαζα τότε στη Θεολογική, και ήδη ήμουν Διάκος, με το όνομα Νεόφυτος· και επειδή ήξερε ότι μετά το πέρας των εξετάσεων θα πήγαινα να τον βρω – αφού συνήθως πήγαινα και έμενα μια βδομάδα μαζί του και μετά επέστρεφα Κύπρο.
Κοίταξε λοιπόν πόσο πατρικός ήταν. Με ειδοποίησε μέσω άλλων να μην ανέβω στο Μοναστήρι, αλλά να πάω να τον δω στην Αθήνα , στο Γενικό Κρατικό, όπως είπαμε. Ήταν τότε που νοσηλευόταν εκεί και ο Ανδρέας Παπανδρέου. Πήγα λοιπόν και τον βρήκα. Μιλήσαμε… Καθόταν οκλαδόν πάνω στο κρεββάτι, όπως κάθονται οι Ανατολίτες, με τα δύο πόδια σταυρωμένα. Και όταν πήγα να τον αποχαιρετήσω μου είπε: «Άκουσε, Διάκο.
Είναι η τελευταία φορά που σε βλέπω επί της γης. Θα τα λέμε τώρα από τον ουρανό. Να μη λυπηθείς όταν ακούσεις σε μερικούς μήνες ότι έφυγα. Ιδιατέρως εσάς που είστε μακρυά, σας συμφέρει περισσότερο». Του λέω «γιατί;» «Γιατί τώρα», μου λέει, «θα λυθώ από τα δεσμά του σώματος και της σαρκός και θα έρχομαι πιο εύκολα στην Κύπρο να σας βλέπω».
Και την ώρα που ασπαζόμασταν μου είπε τρεις φορές τον εξής λόγο του Ευαγγελίου: «Ἐν τῇ ὑπομονῆ ὑμῶν κτήσασθε τὰς ψυχὰς ὑμῶν. Ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν. Ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν, Νεόφυτέ μου, κτήσαθε τὰς ψυχὰς ὑμῶν. Κατανόησες;» Του λέω «μα τόση πολλή υπομονή πια πρέπει να κάνω»; Μου λέει «Τόση». Για μένα λοιπόν, η υπομονή είναι η παρακαταθήκη του.
Πόσο κοντά σας συνεχίζετε να τον αισθάνεστε, από τότε που εντάχθηκε στον χορό των Αγίων;
Μα δεν είναι μόνον από τότε που αγιοκατατάχθηκε, αυτό έγινε μόλις πριν λίγους μήνες…. Κοίταξε, η παρουσία του οσίου Ιακώβου στη Μητρόπολή μας είναι πάρα πολύ έντονη. Η πατρότητά του είναι εκπληκτικό πόσο αγκαλιάζει, όχι μόνο εμένα, αλλά και ανθρώπους της περιοχής. Να σου δώσω να καταλάβεις, ένα περιστατικό μόνο. Πριν είκοσι χρόνια που έγινα Μητροπολίτης ήμουν μόνον 36 ετών.
Ήμουν σε ένα μοναστηράκι που μόλις είχαμε κτίσει και ήμουν χαρούμενος που έκανα το όνειρο της ζωής μου. Ήξερα ότι θα γίνω Επίσκοπος, μου το είχε πει ο ίδιος (σ.σ. ο άγιος Ιάκωβος). Ήξερα επίσης ότι θα είμαι σε αυτή την περιοχή, αφού μου είπε, «στον τόπο της γεννήσεώς σου». Αλλά σκεπτόμουν ότι αποκλείεται να γίνω τώρα, 36 ετών. Θα γίνω όταν θα είμαι 56. Λοιπόν, ξαφνικά πεθαίνει ο προκάτοχος μου Μητροπολίτης Μόρφου κυρός Χρυσάνθος και, έγινε μια φασαρία μεταξύ των κατοίκων και της Αρχιεπισκοπής, γιατί άλλον ήθελαν οι κάτοικοι και άλλον η Αρχιεπισκοπή.
Οι τότε Συνοδικοί έβαλαν στη θέση του Τοποτηρητή τον τότε μακαριστό Μητροπολίτη Κυρηνείας κυρό Παύλο, για να αναπληρώσει το κενό μέχρι να βρεθεί πρόσωπο κοινής αποδοχής. Οπότε ο κόσμος εδώ έμεινε ορφανός. Για δύο χρόνια δεν είχαν Μητροπολίτη. Μία ευσεβής γυναίκα σε ένα χωριό της περιοχής μας, προσευχόταν και έλεγε «Χριστέ μου, όλες οι περιοχές έχουν Μητροπολίτη, για μας δεν υπάρχει ένας άνθρωπος, παρά γίνεται όλη αυτή η φασαρία και οι καυγάδες και τα λόγια, οι κρίσεις και οι κατακρίσεις;» Όταν λοιπόν πήγε να εκκλησιαστεί, κι αφού έκανε ο παπάς του χωριού απόλυση, όπως ήταν εκεί και προσευχόταν να βρεθεί ένας Επίσκοπος για την περιοχή, είδε εκεί που ήταν προ ολίγου ο ιερέας έναν ψηλό αρχιμανδρίτη, ιεροπρεπέστατο, με μακρυά γενειάδα και της έκανε νόημα να τον πλησιάσει. Πήγε κοντά και της είπε, «μη στεναχωριέσαι. Θα στείλω ένα παιδί δικό μου και θα περάσετε πολύ καλά.
Και αυτή του είπε «ευχαριστούμε πάτερ», κι εκείνος μπήκε στο Ιερό και χάθηκε. «Μετά ήλθες εσύ», μου είπε όταν μου διηγήθηκε την ιστορία. Οπόταν στην πρώτη ομιλία που έκανα στη μητροπολιτική μου περιφέρεια ήταν για τον όσιο Ιάκωβο, κι εκεί πουλούσαμε κάποια βιβλία που είχαν τη φωτογραφία του. Η γυναίκα αυτή μόλις είδε το βιβλίο αναγνώρισε στη φωτογραφία του Οσίου το πρόσωπο που της είχε εμφανιστεί στην όραση που είχε μέσα στην εκκλησία. Αυτό, λοιπόν, δείχνει ότι η πατρότητα του Οσίου συνεχίζει να υπάρχει και μετά την κοίμησή του και αγκαλιάζει όχι μόνο εμένα, αλλά και όλη την περιοχή της Μητροπόλεώς μας, και όλη την Κύπρο.
Πανιερώτατε, σας ευχαριστούμε πολύ για το χρόνο σας και για όσα μας είπατε για τον Άγιο Ιάκωβο. Την ευχή σας.
1Το κοσμικό όνομα του Πανιερωτάτου ήταν Όμηρος. Όπως έχει πει ο ίδιος σε άλλες συνεντεύξεις και ομιλίες του, το όνομα Όμηρος το πήρε από την γιαγιά του, που η ίδια είχε το όνομα Μυροφόρα και νόμισε εσφαλμένα ότι το αντίστοιχο αρσενικό είναι το Όμηρος, αντί Μύρων, που θα ήταν το σωστό. Ο Άγιος του είχε αποκαλύψει και αυτή τη λεπτομέρεια.
2Ο Γέροντας Κύριλλος Γεραντώνης (1938-2012), διεδέχθη τον Άγιο Ιάκωβο στην ηγουμενία της Ι. Μ. Οσίου Δαυΐδ. Όπως αναφέρει ο σημερινός Γέροντας της Μονής, π. Γαβριήλ, «στην Ιερά Μονή του Οσίου Δαυίδ του Γέροντος προσήλθε στις αρχές της δεκαετίας του 1960 και εκάρη Μοναχός την 2α Οκτωβρίου 1965 από τον μακαριστό Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Αρχιμανδρίτη Νικόδημο Θωμά († 1977), με το όνομα Κυπριανός.
Διακρίθηκε για την ταπείνωση, την υποδειγματική υπακοή και την διάθεσή του να υπηρετεί τους πάντες. Ως ιερομόναχος εξυπηρέτησε την Ιερά Μονή της μετανοίας του, μαζί με τον Άγιο προκάτοχό του Ιάκωβο Τσαλίκη († 1991), όπως και τα γύρω χωριά, τα οποία εστερούντο μονίμου εφημερίου. Παράλληλα και για 20 και πλέον χρόνια, μαζί με τον μακαριστό π. Ιάκωβο και τον επίσης μακαριστό Μοναχό π. Σεραφείμ († 2009) κράτησαν την Ιερά Μονή του Οσίου Δαυίδ του Γέροντος και διηκόνησαν τους αναρίθμητους προσκυνητές της.
Το 1991 και μετά την κοίμηση του μακαριστού Ηγουμένου Γέροντος Ιακώβου Τσαλίκη, εξελέγη με την ψήφο όλης της Αδελφότητος Ηγούμενος της Ιεράς Μονής του Οσίου Δαυίδ και ενθρονίστηκε επισήμως στην Ιερά Μονή από τον μακαριστό Μητροπολίτη Χαλκίδος Χρυσόστομο Α’ (†2010) στις 5 Αυγούστου του 1992.
Τα τελευταία χρόνια του επιγείου του βίου αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα υγείας και νοσηλεύθηκε πολλές φορές.
Όμως και στο πρόβλημα της υγείας του, έγινε παράδειγμα μίμησης για όλους, « αφού», όπως λέει ο ηγούμενος π. Γαβριήλ, «το χαμόγελο δεν έλειψε ποτέ από τα χείλη του και η φράση «Δόξα σοι ο Θεός», ήταν η μόνιμη απάντηση σε όσους τον ρωτούσαν για την πορεία της υγείας του, δείγμα ότι εμπιστευόταν ολοκληρωτικά τον εαυτό του στην προστασία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και των Αγίων Του».
Τις πρωινές ώρες της Παρασκευής του Ακαθίστου στις 30 Μαρτίου 2012 εκοιμήθη εν Κυρίω στο Ναυτικό Νοσοκομείο Αθηνών, όπου νοσηλευόταν το τελευταίο χρονικό διάστημα.
Υπήρξε πράγματι άξιος διάδοχος του μεγάλου προκατόχου του και πολλοί άνθρωποι βρήκαν ανάπαυση στο πετραχήλι και τις συμβουλές του.
Ένας από τους ανθρώπους που έζησε από πολύ κοντά τον Άγιο Ιάκωβο και η γνωριμία του με αυτόν υπήρξε καθοριστική για την πορεία της ζωής του, είναι και ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Μόρφου κ. Νεόφυτος.
Γεννημένος το 1962 στην κατεχόμενη σήμερα Πάνω Ζώδια της επαρχίας Μόρφου, ζώντας στο χωριό του, όπως ο ίδιος λέει χαρακτηριστικά, «ως εμπειρία παραδείσου, κοντά σε ανθρώπους απλούς και συνετούς, διότι ο άνθρωπος είναι ο τόπος και ο τόπος έρημος», επρόκειτο από την παιδική του ήδη ηλικία να βιώσει το δράμα της ορφάνιας, του πολέμου και της προσφυγιάς, στα πέτρινα χρόνια του Κυπριακού Ελληνισμού, που ακολούθησαν την τουρκική εισβολή του 1974.
Γνώρισε τον Άγιο Ιάκωβο το 1982, όταν ακόμα ήταν φοιτητής της Νομικής Σχολής στην Αθήνα και η γνωριμία του αυτή υπήρξε σταθμός στη ζωή του, καθώς στο πρόσωπο του Αγίου Γέροντά του, επρόκειτο να βιώσει την πατρότητα που είχε στερηθεί από μικρός.
Ο Πανιερώτατος δέχθηκε να μιλήσει στην Ορθόδοξη Αλήθεια για τον Θεοφόρο Γέροντα, στην συνέντευξη που ακολουθεί. Με ύφος γλαφυρό και πηγαίο και με τον άριστο χειρισμό της ελληνικής γλώσσας (που πλέον οι Έλληνες της Κύπρου κυρίως, μπορούν να χειρίζονται τόσο καλά), μας κατέθεσε την προσωπική του εμπειρία για τον Άγιο Ιάκωβο, όπως τον γνώρισε και τον έζησε.
Πανιερώτατε, την ευχή σας. Ευχαριστούμε που ανταποκριθήκατε στην παράκληση της Ορθόδοξης Αλήθειας να μας μιλήσετε για τον μεγάλο Άγιο των ημερών μας, τον Γέροντα Ιάκωβο, τον οποίον γνωρίσατε, ζήσατε κοντά του για πολλά χρόνια και η παρουσία του υπήρξε καθοριστική για τη ζωή σας.
Θα θέλαμε αρχικά να σας ρωτήσουμε πότε και υπό ποιες συνθήκες γνωρίσατε για πρώτη φορά τον Άγιο Ιάκωβο;
Τον όσιο Ιάκωβο τον γνώρισα το Πάσχα του 1982, μετά από προτροπή του οσίου Πορφυρίου τον οποίον επισκέφτηκα αρχές της δεκαετίας του 1980, όταν ήμουν φοιτητής της Νομικής στην Αθήνα, με την ελπίδα ότι θα έλυνα το ζήτημα του πνευματικού που τόσο επειγόμουν να βρω.
Οπόταν, κατά τη διάρκεια της συνομιλίας μου με τον Όσιο, όταν του εξέθεσα αυτό που ζητούσα μου λέει: «Υπάρχει ένας πνευματικός στην Εύβοια, ο γέροντας Ιάκωβος, ο οποίος έχει μεγάλη ευγένεια. Είναι ο πιο ταπεινός απ’ όλους, κι αυτός σου ταιριάζει».
Ποια ήταν η πρώτη εντύπωση που αποκομίσατε από τον Γέροντα;
Αισθάνθηκα ότι είναι άγιος… από την πρώτη στιγμή. Ήδη από την ώρα που εισήλθε στον ναό, ήταν κάτι άλλο. Ο τρόπος που περπατούσε, σαν να μην είχε βαρύτητα, σαν να είχε μια κίνηση προς τα άνω. Μετά, ο τρόπος που ιερουργούσε:
Σαν να μην ήταν μόνος, σαν να υπήρχε αόρατο πλήθος αγίων και αγγέλων μέσα στην εκκλησία. Επίσης ο τρόπος που ήταν γονυπετής κατά την ώρα της προσευχής μέσα στη Θεία Λειτουργία. Ακόμα και το Χερουβικό, το έψαλλε γονυπετής.
Μετά, στην Εξομολόγηση, μου αποκάλυψε γεγονότα και συμβάντα από τη ζωή μου, από την ημέρα που γεννήθηκα τα οποία δεν γνώριζα. Μου είχε πει για το όνομά μου, ότι είχε γίνει κάποιο λάθος από τη γιαγιά μου. Μου αποκάλυψε το σημερινό μου όνομα, όταν μερικές φορές με απεκάλεσε Νεόφυτο1, προσποιούμενος ότι έκανε λάθος!
Οπόταν άρχισα να αντιλαμβάνομαι ότι ενώπιον μου είχα έναν άνθρωπο στον οποίον υπήρχαν έκδηλα τα σημεία της χάριτος. Επίσης, κάτι που δεν το έχω πει ποτέ, είναι ότι το κλίμα που επικρατούσε στη μονή ήταν πολύ άνετο. Τότε ήταν τρεις Πατέρες όλοι και όλοι: ο Γέρων Ιάκωβος, ο ιερομόναχος πατήρ Κύριλλος2 και ο μοναχός πατήρ Σεραφείμ.
Βέβαια να πω ότι το συγκεκριμένο κλίμα που μου έκανε εντύπωση ήταν αυτό πού καθιέρωσε ο Γέρων Ιάκωβος, και δεν ήταν άλλο από ένα οικογενειακό κλίμα.
Δεν ήταν όπως των μοναστηριών του Αγίου Όρους ή άλλων μοναστηριών που πηγαίναμε, όπου ένιωθες ότι υπήρχε κλίμα ιεραρχίας. Στη μονή του Οσίου Δαβίδ υπήρχε κλίμα έντονης φιλοξενίας, κάτι που άρεσε ιδιαίτερα σε μας τους Κυπρίους φοιτητές. Ήταν κάτι που μας θύμιζε τα δικά μας μοναστήρια… Δεν ήταν λοιπόν μόνον η παρουσία του Γέροντα, αλλά και των άλλων δύο Πατέρων που δημιουργούσε αυτό το φιλόξενο οικογενειακό κλίμα.
Πώς ήταν ως πνευματικός;
Απέναντι σε μένα ήταν πολύ επιεικής. Επειδή είχα και εξομολόγο στην Αθήνα την ίδια εποχή, τον Γέροντα Ευμένιο Σαριδάκη, ο οποίος ήταν αυστηρός. Εν αντιθέσει, ο Ιάκωβος ήτανε πατρικός… ήταν πατέρας, ένας πολύ επιεικής πατέρας, που κατανοούσε την τότε νεότητά μας, την οποία φιλτράραμε μέσα από τη φοιτητική μας ζωή. Ήταν άνθρωπος μεγάλης αγάπης.
Αλλά το μεγαλύτερό του χάρισμα ήταν όπως προείπα αυτό της πνευματικής πατρότητας. Φρόντιζε να σου αποκαλύπτει διάφορα που σε αφορούσαν, είτε του παρελθόντος είτε του παρόντος είτε του μέλλοντος, για να σε κάνει πιο ταπεινό, για να σε κάνει υπεύθυνο απέναντι στον εαυτό σου, απέναντι στον Θεό. Έτσι χειριζόταν τα πράγματα. Αυτό που μας εξέπεμπε ήταν σαν να μας έλεγε, «κοίταξε, είμαι πατέρας σου. Ανάλαβε κι εσύ κάποιες ευθύνες απέναντι σ’ αυτή την αγάπη.» Κάπως έτσι.
Γνωρίζουμε ότι, μολονότι ήταν ολιγογράμματος, με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος ήταν μύστης και γνώστης υψηλής θεολογίας, αν και έκρυβε επιμελώς τα χαρίσματα του αυτά, για να μη δοξαστεί από τους ανθρώπους. Μιλήστε μας λίγο γι’ αυτό.
Αυτό για μας είναι κάτι το φυσικό, δεν είναι κάτι το θαυμαστό. Είναι η ζώσα εμπειρική θεολογία των Αγίων, του αγίου Αντωνίου, του αγίου Σάββα, του αγίου Ιακώβου, του αγίου Πορφυρίου. Η θεολογία δεν είναι αποτέλεσμα βιβλίων, ούτε σπουδών σε ακαδημαϊκά συστήματα και πανεπιστήμια. Εξάλλου και το ίδιο το Ευαγγέλιο είναι γραμμένο από ανθρώπους που δεν χαρακτηρίζονται για τη μεγάλη τους παιδεία. Το Ευαγγέλιο είναι αποτέλεσμα εμπειρίας, δηλαδή πρώτα ἀκηκόαμεν καὶ ἑωράκαμεν και μετά κατεγράψαμε λεν οι Ευαγγελιστές, κι αυτό συμβαίνει και σε κάθε άγιο. Δεν συμβαίνει μόνο με τον άγιο Ιάκωβο, αλλά κάθε άγιος της Εκκλησίας μας μπορεί να θεολογεί, επειδή ζει εμπειρικά ένα θεολογικό γεγονός. Και όπως λέει ο άγιος Σιλουανός, οι τέλειοι δεν ομιλούν, παρά μόνον εάν ξέρουν και αν ερωτηθούν.
Επιπλέον αυτός που επιβεβαιώνει αυτό που με ρωτάτε, είναι ο μεγάλος πατρολόγος και βιογράφος του οσίου Ιακώβου, ο μακαριστός Στυλιανός Παπαδόπουλος, ο οποίος, κατά την άποψή μου, έχει γράψει την καλύτερη Πατρολογία στον 20ό αιώνα. Ήταν καθηγητής μου και μάλιστα συνέπεσε η επίσκεψή του να γίνει ένα Πάσχα που ήμουν και εγώ στο Μοναστήρι.
Τον θυμάμαι που έβαζε στον Γέροντα δύσκολες ερωτήσεις γύρω από θεολογικά θέματα της Εκκλησίας, και ο Γέροντας τα απαντούσε και προσωπικά δεν εκπληττόμουν, γιατί ένας άνθρωπος που είχε όραση των Αγγέλων, που μιλούσε με τους Αγίους –και όχι μόνο με τον όσιο Δαυΐδ, αλλά και με πολλούς άλλους Αγίους- δεν θα μπορούσε να θεολογήσει;
Μιλήστε μας λίγο για την διάκριση και την ευγένειά του.
Η ευγένειά του ήταν φυσική! Ήταν επακόλουθο της αγιωτικής του κληρονομικότητας, και εδώ θα ήθελα να τονίσω ότι πολλοί άνθρωποι δεν αντιλαμβάνονται πόσο σημαντικό είναι για την πνευματική μας πορεία, για τη μετάνοια και την προσευχή μας η κληρονομικότητά μας, πόσο μάλλον ενός Αγίου. Οι πρόγονοί του ήταν αγιασμένοι, ιδιαιτέρως από την πλευρά της μάνας του.
Και φαίνεται ότι είχαν έφεση, ας πούμε, στην αρχοντιά και στην εκκλησιαστική ζωή. Ο τρόπος που περπατούσε, όπως σας τον περιέγραψα, ο τρόπος που μιλούσε, δεν προσέβαλε κανένα… αν ήθελε να σε αφυπνίσει λίγο, έκανε μόνο μια πολύ ελαφρά ειρωνεία και αντιλαμβανόσουν ότι απέναντί σου έχεις έναν άρχοντα, κάτι το οποίο ήταν παράδοξο για τα ελλαδικά δεδομένα. Πήγα στο Άγιον Όρος και αυτήν την αρχοντιά δεν τη βρήκα σε πολλούς.
Ό όσιος Ιάκωβος, θα έλεγα σκιαγραφώντας το πρόσωπό του, συνδύαζε την ασκητικότητα του οσίου Παϊσίου με τη μητρότητα (και ξέρω τι σου λέω) του οσίου Πορφυρίου. Τα χαρίσματα αυτά των δύο μεγάλων Αγίων, τα έβλεπες ενωμένα σε έναν άνθρωπο, συν την αρχοντιά που περιέγραψα προηγουμένως. Ο τρόπος επικοινωνίας του οσίου Ιακώβου ήταν τελείως διαφορετικός και από του Παϊσίου και από του Πορφυρίου. Ο όσιος Πορφύριος μιλούσε σαν να ήταν μητέρα και ο όσιος Παΐσιος σαν να ήταν στρατηγός.
Ο δε όσιος Ιάκωβος ήταν ο κατ’ εξοχήν πατέρας. Ο τρόπος του είχε μία αρρενωπότητα, όπου ήθελε να σιωπήσει, ήξερε να σιωπήσει, όπου ήθελε να είναι «πολυλογάς» γινόταν επίτηδες πολυλογάς και ήταν έντονα αφηγηματικός. Δηλαδή μέσα από παραδείγματα σου απαντούσε σε όποιες ερωτήσεις είχε μέσα σου, πριν ακόμα τις υποβάλλεις. Ανατολικός τύπος…
Τι θεωρείτε ότι σας έμεινε από τον Άγιο ως τελευταία «υποθήκη ζωής»;
Δεν μου είναι δύσκολο να απαντήσω, γιατί σε μένα προσωπικά, μου το είπε κιόλας. Όταν πήγα για τελευταία φορά και τον είδα ήταν στο Γενικό Κρατικό ήταν μήνας Σεπτέμβριος, δύο μήνες πριν κοιμηθεί. Ο Γέροντας κοιμήθηκε τον Νοέμβριο. Σπούδαζα τότε στη Θεολογική, και ήδη ήμουν Διάκος, με το όνομα Νεόφυτος· και επειδή ήξερε ότι μετά το πέρας των εξετάσεων θα πήγαινα να τον βρω – αφού συνήθως πήγαινα και έμενα μια βδομάδα μαζί του και μετά επέστρεφα Κύπρο.
Κοίταξε λοιπόν πόσο πατρικός ήταν. Με ειδοποίησε μέσω άλλων να μην ανέβω στο Μοναστήρι, αλλά να πάω να τον δω στην Αθήνα , στο Γενικό Κρατικό, όπως είπαμε. Ήταν τότε που νοσηλευόταν εκεί και ο Ανδρέας Παπανδρέου. Πήγα λοιπόν και τον βρήκα. Μιλήσαμε… Καθόταν οκλαδόν πάνω στο κρεββάτι, όπως κάθονται οι Ανατολίτες, με τα δύο πόδια σταυρωμένα. Και όταν πήγα να τον αποχαιρετήσω μου είπε: «Άκουσε, Διάκο.
Είναι η τελευταία φορά που σε βλέπω επί της γης. Θα τα λέμε τώρα από τον ουρανό. Να μη λυπηθείς όταν ακούσεις σε μερικούς μήνες ότι έφυγα. Ιδιατέρως εσάς που είστε μακρυά, σας συμφέρει περισσότερο». Του λέω «γιατί;» «Γιατί τώρα», μου λέει, «θα λυθώ από τα δεσμά του σώματος και της σαρκός και θα έρχομαι πιο εύκολα στην Κύπρο να σας βλέπω».
Και την ώρα που ασπαζόμασταν μου είπε τρεις φορές τον εξής λόγο του Ευαγγελίου: «Ἐν τῇ ὑπομονῆ ὑμῶν κτήσασθε τὰς ψυχὰς ὑμῶν. Ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν. Ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν, Νεόφυτέ μου, κτήσαθε τὰς ψυχὰς ὑμῶν. Κατανόησες;» Του λέω «μα τόση πολλή υπομονή πια πρέπει να κάνω»; Μου λέει «Τόση». Για μένα λοιπόν, η υπομονή είναι η παρακαταθήκη του.
Πόσο κοντά σας συνεχίζετε να τον αισθάνεστε, από τότε που εντάχθηκε στον χορό των Αγίων;
Μα δεν είναι μόνον από τότε που αγιοκατατάχθηκε, αυτό έγινε μόλις πριν λίγους μήνες…. Κοίταξε, η παρουσία του οσίου Ιακώβου στη Μητρόπολή μας είναι πάρα πολύ έντονη. Η πατρότητά του είναι εκπληκτικό πόσο αγκαλιάζει, όχι μόνο εμένα, αλλά και ανθρώπους της περιοχής. Να σου δώσω να καταλάβεις, ένα περιστατικό μόνο. Πριν είκοσι χρόνια που έγινα Μητροπολίτης ήμουν μόνον 36 ετών.
Ήμουν σε ένα μοναστηράκι που μόλις είχαμε κτίσει και ήμουν χαρούμενος που έκανα το όνειρο της ζωής μου. Ήξερα ότι θα γίνω Επίσκοπος, μου το είχε πει ο ίδιος (σ.σ. ο άγιος Ιάκωβος). Ήξερα επίσης ότι θα είμαι σε αυτή την περιοχή, αφού μου είπε, «στον τόπο της γεννήσεώς σου». Αλλά σκεπτόμουν ότι αποκλείεται να γίνω τώρα, 36 ετών. Θα γίνω όταν θα είμαι 56. Λοιπόν, ξαφνικά πεθαίνει ο προκάτοχος μου Μητροπολίτης Μόρφου κυρός Χρυσάνθος και, έγινε μια φασαρία μεταξύ των κατοίκων και της Αρχιεπισκοπής, γιατί άλλον ήθελαν οι κάτοικοι και άλλον η Αρχιεπισκοπή.
Οι τότε Συνοδικοί έβαλαν στη θέση του Τοποτηρητή τον τότε μακαριστό Μητροπολίτη Κυρηνείας κυρό Παύλο, για να αναπληρώσει το κενό μέχρι να βρεθεί πρόσωπο κοινής αποδοχής. Οπότε ο κόσμος εδώ έμεινε ορφανός. Για δύο χρόνια δεν είχαν Μητροπολίτη. Μία ευσεβής γυναίκα σε ένα χωριό της περιοχής μας, προσευχόταν και έλεγε «Χριστέ μου, όλες οι περιοχές έχουν Μητροπολίτη, για μας δεν υπάρχει ένας άνθρωπος, παρά γίνεται όλη αυτή η φασαρία και οι καυγάδες και τα λόγια, οι κρίσεις και οι κατακρίσεις;» Όταν λοιπόν πήγε να εκκλησιαστεί, κι αφού έκανε ο παπάς του χωριού απόλυση, όπως ήταν εκεί και προσευχόταν να βρεθεί ένας Επίσκοπος για την περιοχή, είδε εκεί που ήταν προ ολίγου ο ιερέας έναν ψηλό αρχιμανδρίτη, ιεροπρεπέστατο, με μακρυά γενειάδα και της έκανε νόημα να τον πλησιάσει. Πήγε κοντά και της είπε, «μη στεναχωριέσαι. Θα στείλω ένα παιδί δικό μου και θα περάσετε πολύ καλά.
Και αυτή του είπε «ευχαριστούμε πάτερ», κι εκείνος μπήκε στο Ιερό και χάθηκε. «Μετά ήλθες εσύ», μου είπε όταν μου διηγήθηκε την ιστορία. Οπόταν στην πρώτη ομιλία που έκανα στη μητροπολιτική μου περιφέρεια ήταν για τον όσιο Ιάκωβο, κι εκεί πουλούσαμε κάποια βιβλία που είχαν τη φωτογραφία του. Η γυναίκα αυτή μόλις είδε το βιβλίο αναγνώρισε στη φωτογραφία του Οσίου το πρόσωπο που της είχε εμφανιστεί στην όραση που είχε μέσα στην εκκλησία. Αυτό, λοιπόν, δείχνει ότι η πατρότητα του Οσίου συνεχίζει να υπάρχει και μετά την κοίμησή του και αγκαλιάζει όχι μόνο εμένα, αλλά και όλη την περιοχή της Μητροπόλεώς μας, και όλη την Κύπρο.
Πανιερώτατε, σας ευχαριστούμε πολύ για το χρόνο σας και για όσα μας είπατε για τον Άγιο Ιάκωβο. Την ευχή σας.
1Το κοσμικό όνομα του Πανιερωτάτου ήταν Όμηρος. Όπως έχει πει ο ίδιος σε άλλες συνεντεύξεις και ομιλίες του, το όνομα Όμηρος το πήρε από την γιαγιά του, που η ίδια είχε το όνομα Μυροφόρα και νόμισε εσφαλμένα ότι το αντίστοιχο αρσενικό είναι το Όμηρος, αντί Μύρων, που θα ήταν το σωστό. Ο Άγιος του είχε αποκαλύψει και αυτή τη λεπτομέρεια.
2Ο Γέροντας Κύριλλος Γεραντώνης (1938-2012), διεδέχθη τον Άγιο Ιάκωβο στην ηγουμενία της Ι. Μ. Οσίου Δαυΐδ. Όπως αναφέρει ο σημερινός Γέροντας της Μονής, π. Γαβριήλ, «στην Ιερά Μονή του Οσίου Δαυίδ του Γέροντος προσήλθε στις αρχές της δεκαετίας του 1960 και εκάρη Μοναχός την 2α Οκτωβρίου 1965 από τον μακαριστό Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Αρχιμανδρίτη Νικόδημο Θωμά († 1977), με το όνομα Κυπριανός.
Διακρίθηκε για την ταπείνωση, την υποδειγματική υπακοή και την διάθεσή του να υπηρετεί τους πάντες. Ως ιερομόναχος εξυπηρέτησε την Ιερά Μονή της μετανοίας του, μαζί με τον Άγιο προκάτοχό του Ιάκωβο Τσαλίκη († 1991), όπως και τα γύρω χωριά, τα οποία εστερούντο μονίμου εφημερίου. Παράλληλα και για 20 και πλέον χρόνια, μαζί με τον μακαριστό π. Ιάκωβο και τον επίσης μακαριστό Μοναχό π. Σεραφείμ († 2009) κράτησαν την Ιερά Μονή του Οσίου Δαυίδ του Γέροντος και διηκόνησαν τους αναρίθμητους προσκυνητές της.
Το 1991 και μετά την κοίμηση του μακαριστού Ηγουμένου Γέροντος Ιακώβου Τσαλίκη, εξελέγη με την ψήφο όλης της Αδελφότητος Ηγούμενος της Ιεράς Μονής του Οσίου Δαυίδ και ενθρονίστηκε επισήμως στην Ιερά Μονή από τον μακαριστό Μητροπολίτη Χαλκίδος Χρυσόστομο Α’ (†2010) στις 5 Αυγούστου του 1992.
Τα τελευταία χρόνια του επιγείου του βίου αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα υγείας και νοσηλεύθηκε πολλές φορές.
Όμως και στο πρόβλημα της υγείας του, έγινε παράδειγμα μίμησης για όλους, « αφού», όπως λέει ο ηγούμενος π. Γαβριήλ, «το χαμόγελο δεν έλειψε ποτέ από τα χείλη του και η φράση «Δόξα σοι ο Θεός», ήταν η μόνιμη απάντηση σε όσους τον ρωτούσαν για την πορεία της υγείας του, δείγμα ότι εμπιστευόταν ολοκληρωτικά τον εαυτό του στην προστασία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού και των Αγίων Του».
Τις πρωινές ώρες της Παρασκευής του Ακαθίστου στις 30 Μαρτίου 2012 εκοιμήθη εν Κυρίω στο Ναυτικό Νοσοκομείο Αθηνών, όπου νοσηλευόταν το τελευταίο χρονικό διάστημα.
Υπήρξε πράγματι άξιος διάδοχος του μεγάλου προκατόχου του και πολλοί άνθρωποι βρήκαν ανάπαυση στο πετραχήλι και τις συμβουλές του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου