Παρασκευή 18 Μαΐου 2018

Το ιερό μυστήριο της Ιεροσύνης. Ο Ιερέας στη διακονία του λαού.

Το μυστήριο της ιεροσύνης δεν αφορά όλους τους πιστούς της αγίας μας Εκκλησίας, αλλά μόνον εκείνους που έχουν κληθεί να υπηρετήσουν το Θεό και την Εκκλησία Του.

Το χάρισμα της ιεροσύνης δίδεται σ’ εκείνους μόνον που έχουν δοκιμασθεί ικανώς από τον πνευματικό τους εξομολόγο και από τον επίσκοπο τους.Η ιεροσύνη δεν έχει να κάνει με επάγγελμα. Είναι λειτούργημα. Για τον λόγο αυτό ο έχων την ιεροσύνη λέγεται λειτουργός των αγίων μυστηρίων της Εκκλησίας μας.


Οι βαθμοί της ιεροσύνης είναι τρεις, ξεκινώντας από τον κατώτερο προς τον ανώτερο: του Διακόνου (θα πρέπει κανονικά να έχει συμπληρώσει το 25ο έτος της ηλικίας). του Πρεσβυτέρου (θα πρέπει κανονικά να έχει συμπληρώσει το 30ο έτος της ηλικίας). του Επισκόπου (θα πρέπει κανονικά να έχει συμπληρώσει το 35ο έτος της ηλικίας).

Το πλήρωμα της ιεροσύνης το έχει ο Επίσκοπος ο οποίος μόνον αυτός μπορεί να τελέσει το μυστήριο της ιεροσύνης και του καθαγιασμού ναών.

Με εντολή του επισκόπου ή εν ονόματι του τελούνται όλα τα αλλά ιερά Μυστήρια από τους Πρεσβυτέρους του, όπως της Θείας Ευχαριστίας, του Βαπτίσματος, του Χρίσματος, του Ευχελαίου, του Γάμου και της Μετανοίας ή εξομολογήσεως.

Για το λόγο αυτό σε κάθε μυστήριο ή ακολουθία συνεχώς οι πρεσβύτεροι μνημονεύουν το όνομα του επισκόπου τους.

Ο βαθμός του διακόνου είναι ο κατώτερος. Ο Διάκονος δεν έχει πλήρη ιεροσύνη. Είναι βοηθός των ιερών μυστηρίων. Κανένα μυστήριο και ακολουθία δεν μπορεί να τελέσει.

Αυτός συμμετέχει ωστόσο σε όλα τα ιερά Μυστήρια και τις ακολουθίες της Εκκλησίας. Ο Πρεσβύτερος τελεί όλα τα ιερά Μυστήρια και τις Ακολουθίες εκτός της χειροτονίας και του καθαγιασμού ναών.

Ο πολύς κόσμος τον ιερέα τον αποκαλεί παπά. Η σωστή προσφώνηση είναι Πρεσβύτερος ή Πάτερ. Σύμφωνα με τη διδασκαλία της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας ιεροσύνη έχουμε όλοι μας, κλήρος και λαός.

Ο λαός μετέχει της γενικής ιεροσύνης ως «Βασίλειον ιεράτευμα» από την ιεροσύνη του Παμβασιλέως Χριστού.

Η ιεροσύνη όμως των κληρικών είναι ειδική. Αυτό σημαίνει ότι για να είναι κάποιος ιερέας πρέπει να προηγηθεί η χειροτονία του από τον επίσκοπο ή για τον βαθμό του επισκόπου από άλλους τρεις τουλάχιστον επισκόπους, υποδηλώνοντας έτσι τη συνοδικότητα της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Ειδική ιεροσύνη σημαίνει ότι ο λαός για να συνάζεται και να τελεί μυστήρια, απαραιτήτως πρέπει να συμμετέχει και ο έχων την ειδική ιεροσύνη πρεσβύτερος ή επίσκοπος.

Ειδάλλως τίποτα δεν θεωρείται έγκυρο. Μ’ αυτήν την έννοια της ιεροσύνης, ως γενικής και ειδικής εκφαίνεται ή Ορθόδοξος Εκκλησία εκκλησιολογικά. Δεν μπορεί για παράδειγμα να τελεσθεί μια Θεία Λειτουργία μόνον από έναν πρεσβύτερο χωρίς τη συμμετοχή των λαϊκών.

Αυτό συνεπάγεται ότι η όλη ευχαριστιακή και μυστηριακή κοινωνία της Ορθοδόξου Εκκλησίας στηρίζεται στη σύναξη, δηλαδή στη συνύπαρξη κλήρου και λαού. Οποιαδήποτε άλλη θεώρηση πέραν αυτής της τοποθετήσεως ως προς το θέμα της μυστηριακής κοινωνίας μεταξύ κλήρου και λαού οδηγεί σε αίρεση και πλάνη.

Η ιεροσύνη είναι μεγάλη τιμή του Θεού για τον χοϊκό άνθρωπο. Άνθρωπος ομοιοπαθής με τους συνανθρώπους του καλείται να υπηρετήσει λατρευτικά το λαό του Θεού, την ίδια του την οικογένεια, προσευχόμενος και δεόμενος «υπέρ των ιδικών του αμαρτημάτων και των του λαού αγνοημάτων».

Οι παλαιοί έλεγαν ως ευχές προς τους πρεσβυτέρους: «Να χαίρεστε το πετραχήλι σας», άλλοι: «Να χαίρεστε τη βασιλεία σας», άλλοι: «Να χαίρεστε και να τιμήσετε τα ιερά σας». Και η ευχολόγια αυτή είχε τη σημασία της ως αναγνώριση αυτού που εκκλησιολογικά λέμε «οι θεολογούντες» της ειδικής ιεροσύνης.

Ακόμη οι παλαιότεροι έδειχναν σεβασμό προς τον ιερέα εκφράζοντας τον ποικιλοτρόπως, άλλοι σηκωνόταν από τη θέση τους όταν περνούσε ο πρεσβύτερος.

Άλλοι έβγαζαν τα καπέλα τους, κοντοστέκονταν μέχρι να περάσει ο πρεσβύτερος και σχημάτιζαν μια ελαφρά υπόκλιση σεβασμού προς το σχήμα. Άλλοι έτρεχαν, όπως τα παιδιά, και φιλούσαν το χέρι του ιερέως.

Σήμερα όλα τείνουν να ξεχαστούν και μάλιστα και σ’ αυτή ακόμη τη διανομή αντίδωρου μερικοί απαξιούν να ασπασθούν το χέρι του ιερέα. Και μάλιστα εκείνο το χέρι που λίγο πριν κατά τον καθαγιασμό έπιασε το ίδιο το Σώμα του Χριστού.

Η καλύτερη προσφώνηση προς τον ιερέα είναι: «Την ευχή σας πάτερ». Και ή καλύτερα απάντηση του ιερέα προς τον πιστό είναι: «Την ευχή του Κυρίου μας παιδί μου».

Ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός διατεινόμενος προς όλους εκείνους που αμφισβητούν την ιεροσύνη των κληρικών έλεγε: «Εάν συναντήσετε ιερέα και άγγελο φωτός στο δρόμο σας, πρώτα τον ιερέα να προσκυνήσετε κι έπειτα τον άγγελο».

Εκκλησία όπως γνωρίζουμε δεν είναι απλώς ο ναός που μαζεύονται οι πιστοί για να προσευχηθούν, το κτίριο, αλλά το σύνολο των πιστών ανθρώπων που έχουν βαπτισθεί και όλοι μαζί αποτελώντας το Σώμα του Χριστού συμμετέχουν στη λειτουργική ζωή της εκκλησίας μας και παράλληλα επιθυμούν να αποκτήσουν σχέση αγάπης με το Θεό και με τους ανθρώπους.

Εκκλησία μπορούμε να πούμε είναι αυτό που ζει καθένας μας ξεχωριστά, αλλά και ό, τι βιώνουμε όλοι μαζί ως μέλη του Σώματος του Χριστού. Τα βιώματά μας βέβαια, προσωπικά και συλλογικά, μπορούμε κάπως να τα περιγράψουμε, αλλά όχι απόλυτα.

Αυτό είναι φυσικό, αφού καθένα από τα μέλη της εκκλησίας είναι και ξεχωριστό πρόσωπο. Έτσι και για την εκκλησία μπορούμε να πούμε περισσότερο τι δεν είναι και λιγότερο τι είναι, χωρίς ποτέ να δίνουμε έναν ολοκληρωμένο ορισμό.

Μπορούμε όμως να πούμε για την ενορία. Η ενορία είναι κάτι πιο χειροπιαστό για τους ανθρώπους.

Στην ενορία αποτελούμε όλοι μία οικογένεια, πνευματική οικογένεια, που πολλές φορές μας εκφράζει περισσότερο και από την κανονική μας οικογένεια, γιατί την έχουμε επιλέξει και εκεί αναπαυόμαστε πνευματικά. Μπορείς άλλωστε να διαλέξεις την ενορία που σου ταιριάζει.

Εκεί, οι άνθρωποι της εκκλησίας είναι μεταξύ τους δεμένοι γνωρίζοντας ο ένας τον άλλο και προσευχόμενοι όχι μόνο για τον εαυτό τους , μα για όλους και για όλο τον κόσμο.

Πρέπει να γνωρίζουμε επίσης πως η εκκλησία και συνεπώς η ενορία δεν είναι ένας κλειστός κύκλος ανθρώπων, μια κλειστή οικογένεια, αλλά μια ανοιχτή και δεκτική αγκαλιά!

Όπως καταλαβαίνουμε, το πρόσωπο και ο ρόλος του ιερέα είναι καταλυτικός. Δεν είναι βέβαια μόνο ή κυρίως αυτός η εκκλησία, εκκλησία είμαστε όλοι και πάνω από όλους ο Χριστός.

Είναι όμως ο πατέρας μας, γι’ αυτό και τον αποκαλούμε πατέρα. Είναι αυτός που σαν πατέρας προσεύχεται περισσότερο από όλους για τα παιδιά του, που είναι όλοι οι πιστοί της ενορίας, αυτός που πρώτος ενδιαφέρεται για τα παιδιά του, αυτός που πρώτος συμπονά, αυτός που στο όνομα του Χριστού μας ενώνει, αυτός που προίσταται στην τέλεση των Μυστηρίων, αυτός που πρώτος κάνει το Ευαγγέλιο ζωή του.

Ας μην ξεχνάμε βέβαια πως την αγιοσύνη όσων αποτελούμε μέλη της εκκλησίας, και του ιερέα μας, την παρέχει ως δώρο ο Χριστός. Τίποτα δεν αποτελεί κατόρθωμα του ιερέα. Δεν είναι αυτός που τελεί τα Μυστήρια, αλλά η χάρις του Θεού.

Γι’ αυτό και κατά την τέλεση της θείας Λειτουργίας, όταν φοράει τα άμφια, λέμε πως είναι « εν τύπω και τόπο Χριστού».

Στον ιερέα όμως μαζί με την κλί(ή)ση που έχει από το Θεό ανήκει η καλή προαίρεση για αγάπη και πατρική θυσία χάριν των παιδιών που του αναθέτει ο Θεός, χάριν του ποιμνίουτων «προβάτων» του. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό, γιατί προυποθέτει αυταπάρνηση και αδιάκοπη προσφορά.



Γίνετε μέλη στη σελίδα μας στο Facebook: "ΕΔΩ"